Ένα κτίριο-σύμβολο της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής, ένας πρωτοποριακός σχεδιασμός για την εποχή, ένα σημείο αναφοράς του ριζοσπαστικού μοντερνισμού στην Αθήνα.
Στα τέλη του 1932, ο νεαρός αρχιτέκτονας Πολύβιος Μιχαηλίδης εγκατέλειψε το Παρίσι και επέστρεψε στην Αθήνα, έχοντας εργαστεί για σχεδόν δύο χρόνια στο γραφείο του μεγάλου αρχιτέκτονα Le Corbusier. Στον λίγο χρόνο που παρέμεινε εκεί, ήρθε σε επαφή με τις σύγχρονες τάσεις της εποχής, αλλά κυρίως εξασκήθηκε δίπλα στον Le Corbusier στις συνθετικές αρχές και το λεξιλόγιο του Μοντέρνου Κινήματος, το οποίο στην Ευρώπη επρόκειτο να διαδοθεί τόσο στην αρχιτεκτονική όσο και στην τέχνη. Με αυτή τη μεγάλη εμπειρία και το ταλέντο του, συνεργάζεται στην Αθήνα με τον εξίσου ταλαντούχο συμφοιτητή του, και μετέπειτα καθηγητή του ΕΜΠ, Θουκυδίδη Βαλεντή, και οι δυο τους φέρνουν έναν ριζοσπαστικό αέρα τόσο στη μορφή των κτιρίων όσο και στον εσωτερικό τους σχεδιασμό.
Βρισκόμαστε στην περίοδο του Μεσοπολέμου, μια κρίσιμη περίοδο της ελληνικής ιστορίας, που χαρακτηρίζεται από βαθιές πολιτικές και οικονομικές αλλαγές, αλλά και μεγάλες κοινωνικές ανακατατάξεις, οι οποίες οδήγησαν σε μια ριζική ανασυγκρότηση της κοινωνίας. Είναι τα χρόνια που ακολούθησαν τη Μικρασιατική Καταστροφή. Με τη σταδιακή ένταξη των προσφύγων, η καταναλωτική αγορά μεγαλώνει, υπάρχει εργατικό δυναμικό και έντονη εμπορική και επιχειρηματική δραστηριότητα. Όλα αυτά συνέβαλαν στη μεταμόρφωση των μεγαλύτερων πόλεων, και ιδιαίτερα της Αθήνας, σε πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα. Εδώ, αρχίζει να διαμορφώνεται σταδιακά ένα νέο αστικό περιβάλλον με νέους τύπους κτιρίων, όπως σχολεία, νοσοκομεία, εργοστάσια και προσφυγικές κατοικίες.
Το σημαντικότερο, ωστόσο, είναι ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου εμφανίζεται στην Αθήνα ένας νέος τύπος κατοικίας, η πολυκατοικία. Από τη μια, η αύξηση του πληθυσμού και από την άλλη, η αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας στην κατασκευή των κτιρίων, η οποία είχε αναπτυχθεί στην Ευρώπη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, είχαν ως αποτέλεσμα την επέκτασή τους σε ύψος. Οι πολυώροφες κατασκευές γίνονται από οπλισμένο σκυρόδεμα και ενσωματώνουν όλες τις καινοτομίες της εποχής: ανελκυστήρες, κεντρική θέρμανση και ύδρευση, αέριο και αργότερα ηλεκτρικό ρεύμα για τον εσωτερικό φωτισμό και τους κοινόχρηστους χώρους. Σε αντίθεση με την αντίληψη που έχουμε σήμερα, οι αστικές πολυκατοικίες του Μεσοπολέμου ήταν χώροι πολυτελούς διαβίωσης και περιζήτητες από τη μεσαία και ανώτερη αστική τάξη, η οποία τότε εδραιωνόταν στην ελληνική κοινωνία. Αυτοί οι άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, εξέφραζαν τον μοντερνισμό στις αντιλήψεις τους, τον τρόπο ζωής τους, το ντύσιμο και τη διασκέδασή τους, συμμετέχοντας ενεργά στην οικονομική και πολιτική ζωή.



